Σημεία συνέντευξης στον τηλεοπτικό σταθμό «ΣΚΑΪ»
Σημεία συνέντευξης του Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ και Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Γιάννη Οικονόμου, στον τηλεοπτικό σταθμό «ΣΚΑΪ» και τους δημοσιογράφους Γιάννη Ντσούνο και Χρήστο Κούτρα
Για την πρόταση δυσπιστίας
Θα είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία η συζήτηση αυτή στη Βουλή, για να κουβεντιάσουμε και ν’ ακούσει ο ελληνικός λαός, όλα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία 2,5 χρόνια στη χώρα. Για να δούμε πως έχει πάει η Κυβέρνηση αυτή, στην οικονομία, στο Κράτος Δικαίου, στην ενίσχυση της ασφάλειας της χώρας, στις θέσεις εργασίας, στην Υγεία, στην ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, στην Παιδεία, στον ψηφιακό μετασχηματισμό του Κράτους, στο εισόδημα των ανθρώπων. Να δούμε τις επιδόσεις της Κυβέρνησης, σε μία σειρά από ζητήματα που αφορούν τη ζωή και την καθημερινότητα. Για τους ανθρώπους που δεν είχαν δουλειά και βρήκαν -γιατί η χώρα έχει σήμερα περισσότερους εργαζόμενους από το 2010- για το διαθέσιμο εισόδημα, για τις επενδύσεις, για τις μεγάλες εταιρείες που κοιτάζουν προς τα δω, για τη θωράκιση των Ενόπλων Δυνάμεων, για το γεωπολιτικό «αποτύπωμα» της χώρας.
Προχωράμε αυτά τα 2,5 χρόνια με τις επιτυχίες μας και με τις αδυναμίες και δεν κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Έχουμε το θάρρος ν’ αναγνωρίζουμε τα λάθη μας. Έχουμε το θάρρος να λέμε τι δεν δούλεψε σωστά και να προσπαθούμε, κάθε φορά, να γινόμαστε και καλύτεροι. Σ’ ένα δυσμενές περιβάλλον, έχοντας αντιμετωπίσει τα τελευταία 2,5 χρόνια, αλλεπάλληλες κρίσεις, πολλές από τις οποίες είναι και πρωτόγνωρες. Και αυτό, λοιπόν, θα τεθεί στο δημόσιο διάλογο και αυτό θα συζητηθεί τώρα στη Βουλή. Οι πολίτες θα ακούσουν, θα συγκρίνουν, θα βγάλουν τα συμπεράσματά τους για μία ακόμα φορά.
Τώρα, το γιατί έγινε αυτή η πρόταση δυσπιστίας αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή, ο καθένας καταλαβαίνει. Ήταν πάντως απολύτως αναμενόμενη. Έγινε εξαιτίας της εντεινόμενης πολιτικής απαξίωσης του κ. Τσίπρα, της εντεινόμενης πολιτικής φθοράς, λόγω του ύφους και του είδους της αντιπολίτευσης, που έχει επιλέξει να κάνει. Βλέπει ότι το έδαφος του πολιτικού του χώρου να χάνεται κάτω από τα πόδια του και, προφανώς, επέλεξε να αντιδράσει μ’ αυτόν τον τρόπο. Είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να ακούσει ο κόσμος ποιες είναι οι επιδόσεις της Κυβέρνησης, που ο κ. Τσίπρας ζητά να φύγει, και να θυμηθεί τι κόμμα ήταν και κυρίως τι κόμμα εξακολουθεί να παραμένει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Για την στάση του κ. Ανδρουλάκη
Ο κ. Ανδρουλάκης ταυτίστηκε με τον κ. Τσίπρα. Θα στηρίξει την πρόταση μομφής. Η αντίφαση που διαφαίνεται είναι στο ότι στηρίζει την πρόταση μομφής, γιατί, προφανώς, έχει επιλέξει να στρίψει προς τα αριστερά, αλλά, ταυτόχρονα, θέλει να διατηρήσει και κάποια ψήγματα ρεαλισμού, λέγοντας ότι δεν ζητάει τώρα εκλογές. Η αντίφαση αναδεικνύεται από μόνη της. Από τα όσα έχουμε ακούσει, όχι πολλά, από τον κ. Ανδρουλάκη το τελευταίο διάστημα, φαίνεται ότι είναι ένας ευγενής άνθρωπος -προφανώς, δεν έχει την τοξικότητα και την υβριστική προσέγγιση της Αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ- έχει, όμως, μια εξαιρετικά επιδερμική προσέγγιση σε όλα τα μεγάλα ζητήματα, χωρίς το ρεαλισμό, τη διάσταση εφαρμογής και το βάθος που απαιτούν λύσεις σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία από πολλές και επάλληλες κρίσεις.
Για τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού
Όποιος είναι στην Κυβέρνηση, στηρίζεται από την Κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε ικανοποιημένοι συνολικά από τον τρόπο που αντέδρασε ο κρατικός μηχανισμός. Ο πήχης είναι ψηλά. Όχι γιατί συγκρινόμαστε με το αποτυχημένο χθες, αλλά γιατί το μέτρο μας είναι οι ανάγκες κάθε φορά που προκύπτουν και οι προκλήσεις της επόμενης μέρας.
Αναγνωρίσαμε ότι δεν έχουμε φτάσει ακόμα στο επίπεδο εκείνο που θέλαμε και οι ίδιοι να φτάσουμε, είτε στις υποδομές, είτε στο συντονισμό του κρατικού μηχανισμού, για να αντιμετωπίσουμε τέτοιας έκτασης φαινόμενα, όπως η πρόσφατη χιονοθύελλα. Έχουμε εντοπίσει την ανάγκη καλύτερου συντονισμού και οργάνωσης του Κράτους για να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Γι’ αυτό, ακριβώς, δημιουργήσαμε αυτή τη δομή. Δεν υπάρχει νομίζω άνθρωπος στον τόπο που να αμφισβητεί ότι στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας συνολικά, έχουν γίνει άλματα τα τελευταία 2,5 χρόνια, όχι μόνο στη διαχείριση των κρίσεων που προέρχονται από καιρικά φαινόμενα, αλλά και σε άλλα θέματα. Συνεχίζουμε την προσπάθεια για να φτάσουμε εκεί που θέλουμε και να φτιάξουμε αυτή την ασπίδα προστασίας.
Το ζητούμενο για την Κυβέρνηση δεν είναι το πινγκ-πονγκ ευθυνών, την ώρα που ο κόσμος ακόμα, μαζί με τον κρατικό μηχανισμό στο σύνολό του, προσπαθεί να επουλώσει τις συνέπειες της κακοκαιρίας. Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και ειλικρινείς. Όταν έχεις να αντιμετωπίσεις τέτοιας έκτασης προβλήματα και φαινόμενα, θα έχεις και προβλήματα, θα έχεις και δυσμενείς συνέπειες. Όποιος υποστηρίξει το αντίθετο, υποκρίνεται και παραπλανά. Δεν το λέω ως δικαιολογία. Το λέω, γιατί πάντοτε οφείλουμε να έχουμε την αίσθηση του μέτρου. Είχαμε μια μεγάλη χιονόπτωση. Είχαμε φοβερά προβλήματα στην «Αττική Οδό», με τον εγκλωβισμό χιλιάδων ανθρώπων και μια κολοσσιαία προσπάθεια του μηχανισμού να τους απεγκλωβίσει. Είχαμε προβλήματα στην ηλεκτροδότηση. Όταν τη Δευτέρα το βράδυ είχες 200.000 σπίτια χωρίς ρεύμα και από την Τετάρτη ή την Πέμπτη αυτά ήταν λιγότερα από 3.000-4.000, και σήμερα είναι περίπου 1.000, αυτό είναι ένα βήμα σε σχέση με την προηγούμενη κακοκαιρία. Πολλά πράγματα λειτούργησαν καλύτερα σε σχέση με τη «Μήδεια» όσον αφορά στην ηλεκτροδότηση. Από την πρώτη στιγμή είπαμε ότι δεν είμαστε ικανοποιημένοι από την απόδοση συνολικά του μηχανισμού και του συντονισμού.
Για την «Αττική Οδό»
Με αυτό το κύμα κακοκαιρίας είχαμε την ταλαιπωρία χιλιάδων ανθρώπων, κυρίως στην Αττική Οδό, αλλά και αλλού. Φεύγοντας όμως αυτή η κακοκαιρία, δεν αφήνει πίσω της ανθρώπινες απώλειες. Δεν αφήνει πίσω τη μεγάλη ολική καταστροφή ή μεγάλες ζημιές. Υπήρχε ταλαιπωρία ανθρώπων, οι οποίοι προφανώς είναι απολύτως δικαιολογημένο να είναι αγανακτισμένοι. Ταλαιπωρία για την οποία, από την πρώτη στιγμή, ξεκαθαρίσαμε ότι πρέπει να αποζημιωθούν.
Ο καθένας μπορεί να αξιοποιήσει τα νομικά εργαλεία που υπάρχουν στη χώρα μας για να αξιώσει την οποιαδήποτε αποζημίωση θεωρεί ότι πρέπει να αξιώσει από τον οποιονδήποτε, εξαιτίας της ταλαιπωρίας ή της οποιασδήποτε άλλης βλάβης θεωρεί ότι έπαθε. Είναι απολύτως ανεξάρτητο και το αποσαφηνίζουμε. Σε ό,τι αφορά την «Αττική Οδό», υπάρχει μια συγκεκριμένη ευθύνη ενός ιδιώτη παραχωρησιούχου, όπως αντίστοιχα και της «ΤΡΑΙΝΟΣΕ».
Σε ό,τι αφορά το ρεύμα, ο ΔΕΔΔΗΕ θα προβεί σε ανακοινώσεις για τη δημιουργία ενός μηχανισμού αυτόματων αποζημιώσεων για τους συμπολίτες μας που έμειναν, από ένα χρονικό σημείο και μετά, αρκετές ώρες χωρίς ρεύμα.
Για τις ανατιμήσεις εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης
Σε ό,τι αφορά στη στήριξη για τις ανατιμήσεις στην ενέργεια, υπάρχει ένα τεράστιο οικονομικό πακέτο από το Σεπτέμβριο και μετά που πλησιάζει το 1,5 δισ.. Μόνο για τον Ιανουάριο ήταν 400 εκατομμύρια. Προφανώς, θα υπάρξει και το επόμενο διάστημα στήριξη για τις ανατιμήσεις στο ρεύμα και στο φυσικό αέριο και στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις. Είναι κάτι που πρώτη φορά γίνεται στη χώρα μας, έτσι ώστε να περιορίσουμε το «αποτύπωμα» των αυξήσεων. Είμαστε σε μια συγκυρία πρωτόγνωρη. Δεν λέμε ψέματα στον κόσμο, αλλά ούτε και καθόμαστε με σταυρωμένα τα χέρια. Για τα νοικοκυριά -μέχρι τις 300 κιλοβατώρες- το 70 έως 90% των ανατιμήσεων θα καλυφθεί από το Κράτος. Για τις επιχειρήσεις θα καλυφθεί το 50% με τις πρωτοβουλίες που πήραμε για τον Γενάρη. Θα συνεχιστεί αυτό και το επόμενο διάστημα. Παράλληλα, όλο το προηγούμενο διάστημα η Κυβέρνηση αυτή -για την οποία καταθέτει πρόταση δυσπιστίας ο κ. Τσίπρας και θέλει να φύγει- με τις πολιτικές της είχε φροντίσει να αυξηθεί το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, αλλά και να βρει ο κόσμος δουλειά, να έχει μισθό από εκεί που ήταν χωρίς κανένα εισόδημα.
Προφανώς και το επόμενο διάστημα θα προχωρήσουμε -όπως έχει ανακοινώσει ο Πρωθυπουργός- και στην αύξηση του κατώτατου μισθού για δεύτερη φορά μέσα στο 2022. Επίσης, θα προχωρήσουμε σε με μια σειρά από άλλα στοχευμένα μέτρα που έχουν να κάνουν με το σωστό έλεγχο της αγοράς για να μην αποκτήσουν οι αυξήσεις μόνιμα χαρακτηριστικά, καθώς και στοχευμένες παρεμβάσεις, όπου χρειάζεται, σε συγκεκριμένες κατηγορίες. Παρακολουθούμε το φαινόμενο, έτσι ώστε να κάνουμε ό,τι καλύτερο γίνεται για όλους, προκειμένου να έχουν το μικρότερο δυνατό «αποτύπωμα» οι ανατιμήσεις, χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο τη σταθεροποίηση της οικονομίας και την αναπτυξιακή τροχιά της χώρας.